Εργασιακό Στρες και Ευεξία: Πώς μεταβιβάζονται μεταξύ των συζύγων

Πρόσφατες μελέτες υποστήριξαν ότι οι αρνητικές εμπειρίες από το εργασιακό περιβάλλον, συχνά αποκαλούμενες με τον όρο «στρεσογόνοι παράγοντες», επηρεάζουν την αίσθηση ευεξίας του κάθε συντρόφου, και συνεπώς τη συζυγική σχέση (Barling & MacEwen, 1992˙Higginbottom, Barling & Kelloway, 1993˙ Kelloway & Barling, 1995˙MacEwen, Barling & Kelloway, 1992˙Matthews, Conger & Wickrama, 1996). Οι Mauno & Kinnunen (1999), διερεύνησαν τους παράγοντες αυτούς και πως αυτοί μπορούν να συμβάλουν στη συζυγική ικανοποίηση εργαζόμενων ζευγαριών στη Φινλανδία. Οι στρεσογόνοι παράγοντες ήταν η επαγγελματική ανασφάλεια, η επαγγελματική αυτονομία, η πίεση του χρόνου στη δουλειά, οι σχέσεις με την ηγεσία και η σύγκρουση εργασίας-οικογένειας (Cooper & Marshall, 1976˙ Hurrell & Murphy, 1992˙Murphy, 1995).

Η επαγγελματική ανασφάλεια αναφέρεται στην αβεβαιότητα που μπορεί να νιώθει ο εργαζόμενος για την εξέλιξη και το μέλλον του στην εργασία (Caplan, Cobb, French, van Harrison, & Pinneau, 1980˙Greenhalgh, 1991˙Hartley, Jacobson, Klandermans, & Van Vuuren, 1991). Η επαγγελματική αυτονομία αφορά στην ελευθερία του εργαζόμενου να ορίζει τις συνθήκες εργασίας του, τους στόχους και τις αποφάσεις που θα ληφθούν στο χώρο της δουλειάς του. Η έλλειψη επαγγελματικής αυτονομίας συνδέεται με έντονο ψυχολογικό στρες (Daniels & Guppy, 1994˙ Schaefer & Moos, 1993) και μειωμένη ευεξία (McKnight & Glass, 1995˙Turnipseed, 1994).

Η πίεση του χρόνου αναφέρεται στις αυξημένες απαιτήσεις στην εργασία σε περιορισμένο χρονικό διάστημα και μπορεί να οδηγήσει σε συναισθηματική εξουθένωση (Dekard, Meterko, & Field, 1994˙Leiter & Durup, 1996˙Turnipseed, 1994) και ψυχοσωματικά συμπτώματα (Houtman, Bongers, Smulders, & Kompier, 1994). Η ποιότητα στις σχέσεις με τους ηγέτες συνδέεται με τη σχέση των υφισταμένων με τους προϊστάμενους και μάλιστα η έλλειψη στήριξης των υπαλλήλων από τους προϊσταμένους τους είναι σημαντικός παράγοντας στρες (Jones-Johnson & Johnson, 1992). Η σύγκρουση εργασίας-οικογένειας, τέλος, μπορεί να οδηγήσει σε εργασιακό στρες, και κατ’επέκταση σε μειωμένη ψυχολογική (Frone et al., 1996˙Frone et al., 1992a˙Stewart & Barling, 1996˙Thomas & Ganster, 1995) και σωματική (Frone et al., 1996˙Thomas & Ganster, 1995) ευεξία.

Η συγκεκριμένη έρευνα, λοιπόν, βασίστηκε σε ένα μοντέλο που συνδέει τους στρεσογόνους παράγοντες στην εργασία με τη συζυγική ικανοποίηση, μέσω της ευεξίας που βιώνει ο κάθε σύντροφος. Στο διάγραμμα που ακολουθεί, φαίνονται από τη μία πλευρά οι στρεσογόνοι παράγοντες στην εργασία του συζύγου, και από την άλλη της συζύγου, και πώς αυτοί οι παράγοντες συντελούν στην ευεξία του καθενός αντίστοιχα. Η ευεξία του κάθε συντρόφου είναι που θα διαμορφώσει την ποιότητα της σχέσης και τη συζυγική ικανοποίηση.

Όπως φαίνεται από το διάγραμμα, η επαγγελματική ανασφάλεια, η πίεση του χρόνου στην εργασία και η σύγκρουση εργασίας – οικογένειας συντελούν στην επαγγελματική εξουθένωση και των δύο συζύγων, σε αντίθεση με την επαγγελματική αυτονομία και τις καλές σχέσεις με τους ηγέτες που αποτελούν προστατευτικούς παράγοντες. Κατά συνέπεια, η επαγγελματική εξουθένωση που προκαλείται από τους στρεσογόνους παράγοντες της εργασίας, προκαλεί ψυχοσωματικά συμπτώματα που μεταβιβάζονται και μειώνουν τη συζυγική ικανοποίηση και των δύο φύλων.

Πηγή:
Αντωνίου, Α. - Σ. & Σωτηράκη, Κ. (2010). Εντάσεις  που προκαλούνται  από τη σύγκρουση μεταξύ οικογενειακών και εργασιακών υποχρεώσεων . Στο Αντωνίου, Α.-Σ. Στρες: Προσωπική Ανάπτυξη & Ευημερία . Αθήνα: Παπαζήση.

To άρθρο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα http://www.e-psychology.gr/ 
http://www.e-psychology.gr/work-psychology/587-ergasiako-stress-kai-eueksia , Φεβρουάριος 2011

ΣΤΡΕΣ: Προσωπική Ανάπτυξη & Ευημερία



Συμμετοχή στο βιβλίο "Στρες: Προσωπική Ανάπτυξη & Ευημερία" με τη συγγραφή κεφαλαίου με τίτλο "Εντάσεις που Προκαλούνται από τη Σύγκρουση μεταξύ Οικογενειακών και Εργασιακών Υποχρεώσεων" - Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2010.

Είναι η φθορά στη σχέση των ζευγαριών αναπόφευκτη;

Πολλοί άνθρωποι ξεκινούν μία σχέση όντας πραγματικά ερωτευμένοι και με καλή θέληση και πολλές ελπίδες για το μέλλον και κατόπιν, με το χρόνο, τραγικά, οδυνηρά, και με εξαιρετική αμηχανία βλέπουν τη σχέση να επιδεινώνεται και τελικά να καταρρέει. Ανατρέχουν στην εποχή που ήταν βαθιά ερωτευμένοι, όταν όλα έμοιαζαν σωστά και ωραία και ανταμειπτικά και βασανίζονται γιατί δεν καταλαβαίνουν πώς και γιατί έχασαν αυτό που είχαν. Αν αυτός ο έρωτας πέθανε αναρωτούνται, υπάρχει κάποιος άλλος που μπορεί να διαρκέσει; Θα βρω ποτέ τον έρωτα; Θα το βρει κανείς; (Branden, 1983, 2) .

O Otto Rank, ο Ernest Becker, ο Scott Peack, ο Elliot Aronson και ο Nathaniel Branden, όλοι άνδρες, φαίνεται να λένε το ίδιο πράγμα: Ο έρωτας τελειώνει και η φθορά είναι αναπόφευκτη. Δεν είναι θλιβερό; Τα ερωτευμένα ζευγάρια σε ολόκληρο τον κόσμο θέλουν να πιστεύουν ότι η φθορά δεν είναι αναπόφευκτη. Η απάντησή τους στο σκεπτικισμό είναι ότι η δική τους περίπτωση αποτελεί μία σπάνια εξαίρεση.

Ισχύει όμως κάτι τέτοιο; Η καλύτερη απάντηση στο επιχείρημα αυτό έρχεται από τα ζευγάρια εκείνα που εξακολουθούν να αντλούν μία αίσθηση σημασίας από τις σχέσεις τους, παρόλο που οι αγαπημένοι τους είναι άνθρωποι ατελείς και θνητοί. Για τα ζευγάρια αυτά, ο έρωτας μπορεί να είναι μια πιο ελκυστική απάντηση στο υπαρξιακό δίλημμα από κάθε άλλη ιδέα.

Όταν τα ζευγάρια καταπιέζουν τα αρνητικά τους αισθήματα, δεν υπάρχει τρόπος να τα αντιμετωπίσουν ευθέως και έτσι δεν αναπτύσσονται ως άτομα και ως ζευγάρια. Το κίνητρο για την εντιμότητα ασφαλώς δεν είναι πάντοτε η επιθυμία για επικοινωνία και ανάπτυξη. Ορισμένοι άνθρωποι χρησιμοποιούν την εντιμότητα ως όπλο εναντίον του άλλου. Αυτό το είδος εντιμότητας γίνεται συχνά σκληρό και βλαβερό. Η χρήση του είναι ένας από τους τρόπους με τους οποίους τα ζευγάρια αυξάνουν τη δύναμή τους να τιμωρούν το σύντροφό τους. Αλλά η μη αμυντική, προσανατολισμένη στην ανάπτυξη του εαυτού εξερεύνηση των αρνητικών συναισθημάτων και των θεμάτων ταμπού χαρακτηρίζει επίσης αυτό που ο Aronson (1995) αποκαλεί «ανοιχτές, έντιμες και αυθεντικές σχέσεις».

Όπως αναφέρει η Ayala Pines, η φθορά δεν είναι αναπόφευκτη ακόμη και στις πιο πιεστικές καταστάσεις επειδή εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι προσλαμβάνουν την πίεση. Ενώ είναι σίγουρα αληθινό ότι ένας άνθρωπος δεν μπορεί να καλύψει όλες τις ανάγκες του άλλου, ορισμένα ζευγάρια κατορθώνουν να ζήσουν με αυτή την πραγματικότητα αρκετά επιτυχημένα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν προβλήματα, διαφωνίες ή απογοητεύσεις. Αλλά αναλαμβάνουν την ευθύνη και χρησιμοποιούν τα προβλήματα, τις διαφωνίες και τις απογοητεύσεις για να μάθουν καλύτερα τον εαυτό τους και τον άλλο. Η επιτυχία τους μπορεί να αποδοθεί τουλάχιστον εν μέρει, σε ένα περιβάλλον που παρέχει υποστήριξη, πρόκληση και σχετικά λιγότερο άγχος. Οπλισμένα με αυτές τις διαθέσεις, αυτά τα ζευγάρια διοχετεύουν τη δημιουργική τους ενέργεια στο να δημιουργήσουν μία ερωτική σχέση που ικανοποιεί τις πιο σημαντικές τους ανάγκες.
Πηγή: Pines, A.M. (2007). Η φθορά στην ερωτική σχέση. Αθήνα: Περίπλους. 

Κάνοντας μία νέα αρχή: τα βήματα που οδηγούν στην αλλαγή

Κάθε νέα αρχή μοιάζει με τη μεταμόρφωση μιας πεταλούδας: αφήνουμε πίσω το παλιό μας κουκούλι και δοκιμάζουμε τα νέα μας φτερά. Για να τα καταφέρουμε όμως πρέπει να περάσουμε από ορισμένα στάδια.


  • Η Αφορμή
Μέσα μας η «μάχη» μαίνεται καιρό τώρα. Στην επιφάνεια όλα κυλούν ήρεμα, τροχοδρομημένα σε γνωστά μονοπάτια. Απροειδοποίητα κάτι συμβαίνει και μας απογυμνώνει μπροστά στη νέα αρχή που καλούμαστε να επιλέξουμε. Για να μας κινητοποιήσει οποιαδήποτε αφορμή όμως «πρέπει μέσα μας να είμαστε σχεδόν έτοιμοι. Έτοιμοι να αλλάξουμε κάτι στον εαυτό ή την καθημερινότητά μας που δεν μας αρέσει ή δεν μας ικανοποιεί αρκετά. Οι αφορμές ολοκληρώνουν απλά ένα μισοτελειωμένο εσωτερικό παζλ από κομμάτια που μας έχουν κουράσει». Κι αν για κάποιους οι αφορμές είναι ευχάριστες, όπως ένας έρωτας που παρασέρνει τα πάντα με την άφιξή του, πολλές φορές αλλάζουμε γιατί βιώνουμε ένα σοβαρό τραύμα. Ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου, ένα οδυνηρό διαζύγιο, μία σοβαρή ασθένεια ή τραυματισμός, μπορούν να ανατρέψουν τη ζωή μας και να μας οδηγήσουν, «αναγκαστικά» στην αλλαγή. «Στην περίπτωση του τραυματισμού αλλάζουμε, ακόμη κι αν δεν προϋπήρχε μέσα μας η ανάγκη. Γιατί «τραύμα» σημαίνει ‘βίαιος αποχωρισμός’ από ένα κομμάτι του εαυτού μας, συναισθηματικός ακρωτηριασμός…Άρα το τραύμα επιφέρει την αλλαγή χωρίς να μας επιτρέψει να προετοιμαστούμε. Εμείς πρέπει να προσαρμοστούμε σε αυτή σε δεύτερο χρόνο». Συχνά μπορεί να αμφιβάλουμε για το αν η αφορμή που αδράξαμε μπορεί να μας σπρώξει να αλλάξουμε. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπου η σύγχυση γύρω από το τι πραγματικά επιθυμούμε διογκώνεται, οι λίστες μπορούν να μας βγάλουν από τη δύσκολη θέση.

  • Η Αμφιβολία
Δεν είναι πάντα εύκολο να αφήσουμε πίσω μας ένα κομμάτι της ζωής μας ή του εαυτού μας – ακόμη κι αν αυτό προς το οποίο κατευθυνόμαστε μας γεμίζει όνειρα και ελπίδες. Γιατί κάθε νέα αρχή ξεκινά στο ημίφως του αγνώστου και το άγνωστο μας φοβίζει , σπέρνει μέσα μας αβεβαιότητα και ανασφάλεια. Το γνωστό, το εδώ και το τώρα, μπορούμε να το ελέγξουμε, έχουμε μάθει να το αντέχουμε και να το αντιμετωπίζουμε. Γι’αυτό άλλωστε συχνά χρειαζόμαστε χρόνο μέχρι να αποφασίσουμε να το αφήσουμε πίσω, να πιστέψουμε στην επιλογή και τις δυνάμεις μας. «Όταν έχουμε τελματώσει στη ζωή μας πιάνουμε το μυαλό μας να ξεφεύγει, σαν ένα χαρτί που μας το παίρνει ο αέρας από τα χέρια. Σκεφτόμαστε λύσεις «μαγικές», αρχίζουμε να φανταζόμαστε τι είναι αυτό που πραγματικά θα θέλαμε να πετύχουμε κι έτσι ένα κομμάτι αυτού του, μέχρι πρότινος τρομακτικού, αγνώστου, σχηματοποιείται, γίνεται οικείο κι αρχίζει να μας τραβάει προς την αλλαγή, κάνοντάς μας να ξεπερνάμε το φόβο του».

  •  Οι Αντιστάσεις
Αν εχθρός του καλού είναι το καλύτερο, εχθρός της αλλαγής είναι η συνήθεια. Μία συνήθεια που εκφράζεται εύγλωττα μέσω της εσωτερικής εκείνης φωνής που μας διατάζει να σταματήσουμε όσο ακόμη προλαβαίνουμε, ή δια στόματος αγαπημένων και γνωστών που, άλλοτε διστακτικά και άλλοτε δυναμικά «δεν μας αναγνωρίζουν». Παρόλα αυτά, όσο κι αν ο άνθρωπος τείνει να προτιμά το γνωστό, η ίδια η ανθρώπινη φύση μας σπρώχνει προς την αλλαγή. «Εξελικτικά έχουμε ανάγκη να δεχόμαστε καθημερινά ένα βαθμό αισθητηριακής διέγερσης, γεγονός που εξηγεί γιατί ο άνθρωπος, αν και βολεύεται στο γνωστό, είναι φτιαγμένος για να αποζητά το νέο. Όταν ακόμη μέναμε σε σπηλιές η ίδια φύση μας παρείχε την απαραίτητη ‘δόση’ διέγερσης. Στο σημερινό πολιτισμό τα ερεθίσματα αυτά είναι περισσότερο εγκεφαλικά παρά αισθητηριακά, αλλά ο άνθρωπος δομικά δεν κατάφερε να ακολουθήσει αυτήν την εξέλιξη, στερούμενος έτσι την αναγκαία διέγερση. Γι’αυτό άλλωστε προσπαθούμε να τη δημιουργήσουμε μόνοι μας, ακούγοντας μουσική ή βλέποντας μια ταινία τρόμου…Επειδή λοιπόν το οικείο καταλήγει συχνά ‘βαρετό’, αναζητάμε αυτή τη διέγερση στο νέο και το άγνωστο».

  •  Η Τελική Μεταμόρφωση
Μέχρι να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, μπορεί προηγουμένως να έχουμε περάσει δια πυρός και σιδήρου, είναι όμως μια διαδικασία που τις περισσότερες φορές ατσαλώνει τη θέλησή μας. «Η αλλαγή είναι μια αργή κι επίπονη διαδικασία. Μπορεί να φαίνεται εύκολο να αλλάξουμε την εξωτερική μας εμφάνιση, επιλέγοντας ένα πρωτότυπο κούρεμα. Μέσα μας όμως η αλλαγή χρειάζεται χρόνο για να γίνει κτήμα μας. Γιατί ο εαυτός μας είναι ένα σύνολο από μικρότερα κομμάτια: σκέψεις, συμπεριφορές, ιδέες, αξίες, επιλογές…Όταν κάποια από αυτά τείνουν να αλλάξουν, πρέπει να συμπαρασύρουν και τα υπόλοιπα, για να είμαστε συνολικά έτοιμοι για αλλαγή». Το σημαντικό είναι να θυμόμαστε πως θα χρειαστεί να κάνουμε αρκετά βήματα μέχρι να φτάσουμε στον προορισμό μας. « Ας αφήνουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας τον τελικό στόχο, και ας μεθοδεύουμε σταδιακά βήματα, οπότε νιώθουμε έτοιμοι. Γιατί συνήθως, όταν θέλουμε να κάνουμε μία νέα αρχή, εστιάζουμε στο αποτέλεσμα ξεχνώντας να κοιτάξουμε την αλλαγή ως διαδικασία. Αυτό κρύβει την παγίδα, θαμπωμένοι από το στόχο, να μην υπολογίζουμε τις ενδιάμεσες δυσκολίες και το πώς θα τις αντιμετωπίσουμε. Έτσι μπορεί να καταλήξουμε να θεωρούμε την αλλαγή ακατόρθωτη και να εγκαταλείψουμε την προσπάθεια. Τολμώντας όμως μικρά βήματα μπορούμε να αντιπαλέψουμε το φόβο και τις αναποδιές. Κι όταν κάποτε βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα σφάλμα ή μια δυσκολία, τότε πρέπει να αντιμετωπίζουμε τον εαυτό μας με κατανόηση κι αγάπη και να του αναγνωρίζουμε το δικαίωμα να οπισθοχωρήσει λίγο ώστε να ανασυγκροτηθεί».

Απόσπασμα από το άρθρο της καθηγήτριας Ψυχολογίας, Ντάβου Μπετίνας, στο περιοδικό Psychologies, Νο 08, Ιανουάριος 2011.