Σύγκρουση Εργασίας-Οικογένειας: Πώς Επηρεάζει τη Διατροφή των Εργαζόμενων;

Οι αυξανόμενες απαιτήσεις από την εργασία, σε συνδυασμό με τις ανάγκες της οικογένειας, συντελούν στην έξαρση της σύγκρουσης ανάμεσα στους δύο τομείς και η κατανομή του χρόνου αποτελεί δύσκολη υπόθεση για το σύγχρονο εργαζόμενο. Είναι αξιοσημείωτο, ότι οι πολλές ώρες απασχόλησης δεν αφήνουν περιθώριο χρόνου και ενέργειας για την προετοιμασία των οικογενειακών γευμάτων, τα οποία αποτελούν πλέον προνόμιο λίγων οικογενειών και συχνά έχουν χαμηλή διατροφική αξία. Το άγχος που προκαλείται από τη σύγκρουση εργασίας-οικογένειας έχει συνδεθεί με την έλλειψη σωματικής και πνευματικής υγείας (Frone, 2003˙Frone et al., 1996), κυρίως στους εργαζόμενους με μικρή αίσθηση ελέγχου στη δουλειά τους (Tausig & Fenwick, 2001).
Δεδομένου ότι όλο και περισσότερες μητέρες εργάζονται, ο χρόνος που αφιερώνεται για την προετοιμασία του φαγητού στο σπίτι έχει μειωθεί (Bianchi, 2000). Είναι ενδιαφέρον ότι στο διάστημα από το 1965 έως το 1995, η συνολική διάρκεια για την προετοιμασία των γευμάτων μειώθηκε κατά 39% στις Ηνωμένες Πολιτείες (Sayer, 2001˙Shelton, 1992). Ταυτόχρονα, υπήρξε μία αύξηση στην κατανάλωση γευμάτων εκτός σπιτιού, τα οποία, τις περισσότερες φορές, ήταν πλούσια σε θερμίδες, λίπη και ζάχαρη, και πτωχά σε φρούτα και λαχανικά (Blisard, Lin, Cromartie, & Ballenger, 2002˙Guthrie, Lin, & Frazao, 2002).
Αν αναλογιστεί κανείς ότι η διατροφή των γονέων διαμορφώνει και τη διατροφή των παιδιών τους, αφού αποτελούν πρότυπα συμπεριφοράς και τις περισσότερες φορές είναι εκείνοι που ετοιμάζουν το γεύμα των μικρών, θα μπορούσε να συμπεράνει ότι η παρακίνησή τους για ισορροπημένες διατροφικές συνήθειες μπορεί να συντελέσει στη διατήρηση της υγείας των παιδιών (Patrick & Nicklas, 2005).
H υπερχείλιση των υποχρεώσεων από την εργασία στην οικογένεια μπορεί να οδηγήσει σε κατανάλωση αλκοόλ (Grunberg, Moore, & Greenberg, 1998), λιγότερα γεύματα (Doumas, Margolin, & John, 2003) και δυσαρέσκεια του ατόμου από τις διατροφικές επιλογές του (Devine, Connors, Sobal, & Bisogni, 2003). Στην περίπτωση που η εργασία των γονέων είναι ιδιαίτερα απαιτητική, δεν έχουν το περιθώριο χρόνου και ενέργειας για να ασχοληθούν με την προετοιμασία του φαγητού στο σπίτι και την ισορροπία στη διατροφή των μελών της οικογένειας.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι οι συνθήκες και τα χαρακτηριστικά της εργασίας, όπως για παράδειγμα η χαμηλή θέση στην ιεραρχία (Marmot, Smith, Stansfield,  Patel, North, & Head et al., 1991), το φτωχό περιβάλλον εργασίας (Sacker, Bartley, Firth, & Fitzpatrick, 2001), οι υψηλές απαιτήσεις (Hellerstedt & Jeffery, 1997), και η χαμηλή αίσθηση ελέγχου στην εργασία (Ng & Jeffery, 2003˙Wickrama, Conger, & Lorenz, 1995), έχουν συνδεθεί με χαμηλότερης ποιότητας διατροφή των εργαζόμενων σε σχέση με εκείνους που καταλαμβάνουν υψηλότερες θέσεις (Cohen, Stoddard, Sarouhkhanians, & Sorensen, 1998). Επιπλέον, η απασχόληση με βάρδιες καθώς και η απασχόληση σε δύο ή περισσότερα περιβάλλοντα εργασίας μπορεί να περιορίσει τη δυνατότητα των εργαζόμενων για συμμετοχή στα οικογενειακά γεύματα.
Εκτός, όμως, από τις εργασιακές, έχει προκύψει ότι και οι οικογενειακές συνθήκες συντελούν στις διατροφικές συνήθειες των εργαζόμενων. Οι ρόλοι των μελών της οικογένειας είναι καθοριστικοί και διαμορφώνουν την καθημερινότητά της. Έχει βρεθεί ότι η συμμετοχή όλων των μελών στα οικογενειακά γεύματα, συνδέεται με καλύτερης ποιότητας διατροφή των παιδιών (Gillman, Rifas-Shiman, Frazier, Rockett, Camargo, & A. Field et al., 2000˙Neumark-Sztainer, Hannan, Story, Croll, & Perry, 2003).
Τέλος, σημαντικό ρόλο φαίνεται ότι διαδραματίζουν και τα ατομικά χαρακτηριστικά των εργαζόμενων στη διατροφική τους συμπεριφορά. Πιο συγκεκριμένα, οι γυναίκες, οι ώριμοι ενήλικες, και οι ενήλικες με υψηλή μόρφωση και εισόδημα, συνηθίζουν να έχουν καλής ποιότητας διατροφή (Berrigan, Dodd, Troiano, Krebs-Smith, & Barbash, 2003˙Li, Serdula, Bland, Mokdad, Bowman, & Nelson, 2000).
Στην έρευνα των Devine, Jastran, Jabs, Wethington, Farell, & Bisogni (2006) σχετικά με το ρόλο των εργασιακών απαιτήσεων στις διατροφικές συνήθειες χαμηλόμισθων υπαλλήλων, προέκυψε ότι η αρνητική υπερχείλιση από την εργασία στην οικογένεια επηρέασε σημαντικά τους συμμετέχοντες στη διατροφή που ακολουθούσαν. Στην προσπάθειά τους να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις της εργασίας, κατανάλωναν γρήγορα γεύματα, κακής ποιότητας, επιβαρύνοντας την υγεία τους.
Οι ίδιοι ερευνητές ανέφεραν ότι είναι απαραίτητο να βρεθούν τρόποι αντιμετώπισης της σύγκρουσης των εργασιακών και οικογενειακών απαιτήσεων, με στόχο την πρόληψη της υγείας των εργαζόμενων αλλά και των παιδιών τους. Υποστήριξαν τη μείωση των στρεσογόνων παραγόντων της εργασίας, την παροχή διατροφικά ισορροπημένων γευμάτων στο σχολείο και τη δουλειά κ.ά.