Ο έρωτας, είτε είναι κεραυνοβόλος είτε είναι αργά αναδυόμενο πάθος, είναι η ιδανική φάση σύμφωνα με την οποία κρίνεται ολόκληρη η σχέση – συνήθως δυσμενώς. Αυτή είναι η φάση την οποία οι εραστές θέλουν να διατηρήσουν ή να ανακτήσουν. Ξελόγιασμα, τύφλωση, πάθος. Οι εραστές θέλουν να πιστεύουν ότι ο έρωτάς τους είναι μοναδικός, μαγικός, κάτι που οι ποιητές μπορούν να περιγράψουν καλύτερα. Θέλουν να πιστεύουν ότι η έλξη ανάμεσα στους εραστές είναι μία μυστική ένωση των ψυχών, αυτό που ο Victor Herbert περιέγραψε ως “το γλυκό μυστήριο της ζωής”.
Οι ψυχολόγοι εντούτοις δεν προτίθενται να αφήσουν τον έρωτα στους ποιητές, τους ρομαντικούς ονειροπόλους και τους ερωτευμένους. Θέλουν να ανακαλύψουν τι ελκύει τους ερωτευμένους μεταξύ τους, να εξηγήσουν πώς ερωτεύεται κάποιος ένα συγκεκριμένο άτομο και γιατί. Στην ερώτηση γιατί ερωτεύτηκαν το σύντροφό τους οι συνεντευξιαζόμενοι συμπεριλαμβάνουν στην απάντησή τους έναν κατάλογο αρετών όπως εμφάνιση, προσωπικότητα, επιτεύγματα και αξίες (παρόμοιες με τις δικές τους και συνεπώς “σωστές”). Σπάνια αναφέρουν τους τρόπους με τους οποίους ο αγαπημένος πληροί κάποια πολιτισμικά πρότυπα (“Προέρχεται από μία πολύ καλή οικογένεια με άριστη εκπαίδευση”). Ούτε αναφέρονται συνήθως στη συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρίσκονταν, ως αποτέλεσμα κάποιου συμβάντος στην εργασία ή την προσωπική τους δουλειά, όταν ερωτεύτηκαν.
Όταν οι άνθρωποι ερωτεύονται έχουν την τάση να θεωρούν ότι η μαγεία οφείλεται αποκλειστικά στις ελκυστικές ιδιότητες του αγαπημένου τους. Αισθάνονται ότι η παραδοχή κάποιων εξωτερικών δυνάμεων που τους έχουν επηρεάσει, μειώνει τη μαγεία του έρωτα ή τη μαγεία του αγαπημένου. Προτιμούν να θεωρούν ότι είναι ανεξάρτητοι, διαφορετικοί, ότι η αγάπη τους είναι ικανή να διαψεύσει τους κανόνες. Αλλά οι μελέτες δείχνουν ότι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες γνωρίζουμε κάποιον είναι εξαιρετικά σημαντικές.
Οι δύο εξωγενείς μεταβλητές που έχουν προσελκύσει το μεγαλύτερο ερευνητικό ενδιαφέρον είναι η γειτνίαση και η συναισθηματική διέγερση. Οι μελέτες δείχνουν ότι οι άνθρωποι, τουλάχιστον μεταφορικά, παντρεύονται το γείτονα τους. Σε μία κλασική μελέτη (Bossard, 1932), εξετάστηκαν 5.000 άδειες γάμου. Τα ευρήματα έδειξαν ότι το 33% των ζευγαριών ζούσαν μέσα σε μια έκταση πέντε οικοδομικών τετραγώνων ο ένας από τον άλλον προτού γνωριστούν και παντρευτούν. Τα ποσοστά των γάμων μειώνονταν σταθερά και ενδεικτικά καθώς αυξανόταν η γεωγραφική απόσταση μεταξύ των κατοίκων. Είναι προφανές ότι για να ερωτευτούν δύο άνθρωποι πρέπει να έχουν κάποια πιθανότητα να συναντηθούν αλλά η πιθανότητα να ερωτευτούν μεταξύ τους μεγαλώνει όταν συναντιούνται συχνότερα. Ο Robert Zajonc πιστεύει ότι το φαινόμενο αυτό είναι επακόλουθο της “επανειλημμένης έκθεσης”. Η επανειλημμένη έκθεση μας δημιουργεί την πεποίθηση ότι ο άλλος δεν είναι επικίνδυνος και συνεπώς μπορούμε να χαλαρώσουμε και να αντιδράσουμε θετικά.
Όταν βρισκόμαστε σε διέγερση είναι πιο πιθανό να ερωτευτούμε – επίσης όταν είμαστε θυμωμένοι, φοβισμένοι, όταν ζηλεύουμε, όταν νιώθουμε ευφορία ή όταν αισθανόμαστε ότι μας απορρίπτουν. Στην πραγματικότητα όταν κάποιος βιώνει μια σωματική διέγερση που συνοδεύεται από έντονα συναισθήματα είναι ένα εν δυνάμει ρομαντικό άτομο. Αν ένας άντρας συναντήσει μία όχι ιδιαίτερα θελκτική γυναίκα ενώ βρίσκεται σε κατάσταση ταραχής, το πιθανότερο είναι να αισθανθεί εντονότερη έλξη για αυτήν παρά αν βρισκόταν σε κανονικές συνθήκες.
Σύμφωνα με τους Walster και Berscheid, χρειάζονται δύο πράγματα για να ερωτευτεί κανένας: η διέγερση και η ρομαντική ερμηνεία της. Όταν κάποιος υποφέρει από τον πόνο της απόρριψης είναι ώριμος για μία αντισταθμιστική ερωτική σχέση. Σε περιόδους πολέμου οι εραστές ανακαλύπτουν το πάθος στη σκιά του θανάτου. Μία γυναίκα που αναρρώνει από το θάνατο του πατέρα της είναι ώριμη να ερωτευτεί, και το ίδιο συμβαίνει με όσους είχαν κάποια τραυματική εμπειρία ή με όσους πρόκειται να εγκαταλείψουν κάποιον τόπο για πάντα. Τα ευτυχή περιστατικά επίσης οδηγούν στον έρωτα. Παράδειγμα τα ζευγάρια που συναντήθηκαν σε κάποιο γάμο, σε διακοπές ή την πρώτη ζεστή μέρα της άνοιξης.
Ένα σημαντικό μέρος της συναισθηματικής διέγερσης του ξελογιάσματος προέρχεται από την πρόκληση και τους κινδύνους που συνεπάγεται ο έρωτας. Γιατί ενώ είναι θαυμάσιο να ερωτεύεται κανένας είναι ταυτόχρονα παράτολμο και επικίνδυνο. Σημαίνει ότι γίνεσαι ευάλωτος. Σημαίνει ότι μπορεί να πληγωθείς ή να απογοητευτείς. Όπως μία δύσκολη ανάβαση στα βράχια είναι πιο διεγερτική από μία βόλτα σε ένα λόφο – επειδή περιλαμβάνει περισσότερους κινδύνους – έτσι και ο έρωτας είναι πιο διεγερτικός από τη συμπάθεια. Αυτό το είδος της συναισθηματικής διέγερσης εμφανίζεται και αργότερα στη ζωή του ζευγαριού κάθε φορά που η σχέση αντιμετωπίζει κάποια απειλή, λόγου χάρη, ως αποτέλεσμα της εμπλοκής ενός από τους συντρόφους με κάποιο άλλο πρόσωπο.
Απόσπασμα από το βιβλίο: Pines, A.M. (2007). Η Φθορά στην Ερωτική Σχέση: Αιτίες και Θεραπείες. Αθήνα: Περίπλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου