Η σημασία της θετικής αυτοαντίληψης του εκπαιδευτικού για το εκπαιδευτικό του έργο



Ο άνθρωπος έχει ανάγκη από μια θετική αυτοαντίληψη, γιατί θετική αυτοαντίληψη σημαίνει θετική στάση, θετική προδιάθεση προς τον εαυτό αλλά και προς τη ζωή γενικότερα (Argyle 1981, Rogers 1981).  Θετική διάθεση σημαίνει θετική προσέγγιση, σημαίνει συμμετοχή, σημαίνει προσπάθεια που θα οδηγήσει κάποτε στην «αυτοπραγμάτωση» (Maslow 1970, Rogers 1981). Η θετική αυτοαντίληψη συνεπάγεται και υψηλό βαθμό αυτοεκτίμησης και μας οδηγεί στο να επιμένουμε για την κατάκτηση των στόχων μας παρά τις δυσκολίες, να αναπτύσσουμε τις δυνατότητες μας και να διορθώνουμε τα λάθη μας. Παράλληλα, δεν καθοδηγούμαστε πλήρως από τις προσδοκίες των άλλων ούτε και αμφισβητούμε την προσωπική μας αξία στην περίπτωση που τα σχόλια των άλλων δεν είναι ευνοϊκά. Αντίθετα, «ξεχνούμε» ευκολότερα μια εμπειρία που σχετίζεται με αποτυχία και προστατεύουμε τον εαυτό μας από την αρνητική αυτοαξιολόγηση.  (Κοσμίδου-Hardy, 1991). Αν προσπαθούσε κανείς να αναζητήσει τις αιτίες που οδηγούν τα άτομα στην αποτυχία, στην άρνηση και πολλές φορές σε ψυχιατρικά ιδρύματα, θα διαπίστωνε ότι πολλά από τα άτομα αυτά απέτυχαν να χτίσουν μια θετική αυτοεικόνα, είναι άτομα που αποθαρρύνθηκαν γρήγορα και που ο «εαυτός» τους τα πρόδωσε σε κρίσιμα σημεία. Αντίθετα, τα επιτυχημένα άτομα χαρακτηρίζονται από ιδιότητες που αντανακλούν μια  θετική αυτοαντίληψη. 
Συγκεκριμένα, αν εστιάσουμε την προσοχή μας στο χώρο της εκπαίδευσης, ο εκπαιδευτικός με υψηλή αυτοεκτίμηση και θετική αυτοαντίληψη είναι ένας καλός επαγγελματίας. Με αυτό εννοούμε ότι δεν είναι τόσο εκείνο το άτομο που διακρίνεται για τις τεχνικές γνώσεις του όσο ένα ευέλικτο, κριτικά σκεπτόμενο άτομο που το χαρακτηρίζει η γνώση του εαυτού και των δυνατοτήτων του, η εμπιστοσύνη προς τον εαυτό, καθώς και η γνώση του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζει ( Κοσμίδου-Hardy, 1991). Κατά συνέπεια, η ενασχόληση του εκπαιδευτικού με τη δική του ιστορία συμβάλλει αρχικά στη δική του προσωπική ανάπτυξη, μια που είναι σε θέση να αντιμετωπίζει το παρόν με δημιουργικότητα και να αντικρίζει άφοβα το μέλλον. Όμως, ευνοούνται και οι μαθητές του, διότι το υψηλό επίπεδο αυτοεκτίμησης του επιτρέπει να θέτει σε δεύτερη μοίρα τις δικές του απαιτήσεις για προσωπική και κοινωνική αναγνώριση και να προσαρμόζει τη διδασκαλία του αποκλειστικά στις ανάγκες των μαθητών του, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία κλίματος αισιοδοξίας, άμιλλας και εμπιστοσύνης. Ο εκπαιδευτικός, λοιπόν, με θετική αντίληψη της προσωπικής του αξίας επιδρά καθοριστικά στο εκπαιδευτικό περιβάλλον και στις διαπροσωπικές σχέσεις στο σχολείο.  
Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφέρουμε κάποια στοιχεία που μπορούν να μας διαφωτίσουν σχετικά με το ποια χαρακτηριστικά χρειάζεται να διαθέτει ο ηγέτης εκπαιδευτικός. Συγκεκριμένα, ο J. Ardoino (1965), διαχωρίζει τα τρία είδη γνώσης που οφείλει να διαθέτει ο εκπαιδευτικός. Τα τρία αυτά επίπεδα ή διαστάσεις είναι : α) Γνώση (savoir) β) Γνώση του να πράττω (savoir- faire) και γ) Γνώση του να είμαι (savoir-etre).
Η πρώτη διάσταση «Γνώση ή Μαθαίνω» αφορά στο περιεχόμενο του μηνύματος, στο περιεχόμενο της διδασκαλίας. Είναι η γνώση από τους εκπαιδευτικούς του γνωστικού αντικειμένου, της «ύλης του μαθήματος» που θα μεταδώσουν στους μαθητές τους. H δεύτερη διάσταση «Γνώση του να πράττω ή Διδάσκω» ταυτίζεται με τις μεθόδους και τεχνικές μετάδοσης του μηνύματος. Αντιστοιχεί σε μια δομική αντίληψη της μάθησης και η διδασκαλία είναι νοητή περισσότερο ως μια ενέργεια εμψύχωσης ή βοήθειας, μια διέγερση παρά μια αυταρχική μετάδοση της γνώσης. Η τρίτη διάσταση «Γνώση του να είμαι ή Είμαι Παιδαγωγός» παραπέμπει σε μια πιο απαιτητική διαδικασία. Αναφέρεται στην επεξεργασία ενός ισορροπημένου προσώπου, που έχει συμβιβαστεί με τον εαυτό του, που αποδέχεται εκ των προτέρων τον άλλον και τις πιθανότητες ενός ανοικτού διαλόγου μαζί του.
Αυτό το τρίπτυχο έχει γίνει αντικείμενο αναλύσεων και μελετών τα τελευταία χρόνια σε σύνδεση με τις θεωρήσεις της εκπαίδευσης , του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού και της κατάρτισης του  επιστήμονα εκπαιδευτικού. Αντιλαμβανόμαστε βέβαια ότι αυτά τα τρία είδη γνώσης είναι αλληλένδετα  και κυρίως η τρίτη διάσταση παραπέμπει στο περιεχόμενο της έννοιας της αυτοαντίληψης και στο ρόλο της όσον αφορά στην αποτελεσματικότητα του διδακτικού έργου.   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου